Κυριακή 22 Ιουνίου 2008

Για τα Ουσιαστικά Προσόντα των Προοδευτικών Δασκάλων ώστε να Επιτελούν Καλύτερα το Έργο τους


Θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι τα προσόντα για τα οποία θα μιλήσω, τα οποία θεωρώ απαραίτητα για τον προοδευτικό δάσκαλο, είναι προσόντα που αποκτώνται σταδιακά, μέσα από την καθημερινή πρακτική. Επιπλέον, αναπτύσσονται μέσα από την πρακτική, παράλληλα με την πολιτική απόφαση ότι ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι εξαιρετικής σημασίας. Έτσι, τα προσόντα για τα οποία θα μιλήσω δεν μπορούμε να τα έχουμε εκ γενετής ούτε μπορούν να μας δοθούν με διάταγμα ή ως δώρο. Επίσης, η σειρά με την οποία τα παρουσιάζω εδώ δεν αφορά την αξία τους. Είναι όλα εξίσου αναγκαία για μια προοδευτική εκπαιδευτική πράξη.Θα αρχίσω με την ταπεινοφροσύνη, χωρίς να υπονοείται με κανένα τρόπο η έλλειψη αυτοσεβασμού, η μοιρολατρία ή η δειλία. Αντίθετα, η ταπεινοφροσύνη προϋποθέτει θάρρος, αυτοπεποίθηση, αυτοσεβασμό και σεβασμό για τους άλλους.Η ταπεινοφροσύνη μας βοηθά να καταλάβουμε μια προφανή αλήθεια: κανείς δεν τα ξέρει όλα. Κανείς δεν τα αγνοεί όλα. Όλοι ξέρουμε κάτι. Όλοι αγνοούμε κάτι. Κάποιος χωρίς ταπεινοφροσύνη δεν μπορεί καν να ακούσει με σεβασμό εκείνους που θεωρεί πολύ κατώτερους του δικού του επιπέδου ικανοτήτων […]
Μια από τις ελλείψεις που μπορεί να έχει ο εκπαιδευτικός είναι η ανικανότητα να παίρνει αποφάσεις. Μια τέτοια αναποφασιστικότητα εκλαμβάνεται από τους μαθητές είτε ως ηθική αδυναμία είτε ως επαγγελματική ανικανότητα. Οι δημοκρατικοί εκπαιδευτικοί δεν πρέπει να ακυρώνουν τον εαυτό τους στο όνομα της δημοκρατικότητάς τους. Αντίθετα, μολονότι δεν μπορούν να πάρουν την αποκλειστική ευθύνη για τη ζωή των μαθητών τους, δεν πρέπει στο όνομα της δημοκρατίας να αποφύγουν την ευθύνη της λήψης αποφάσεων. Παράλληλα, δεν πρέπει να αυθαιρετούν στις αποφάσεις τους [...]
Μολονότι αναγνωρίζω ότι αυτές οι σκέψεις περί προσόντων είναι ανολοκλήρωτες, θα ήθελα επίσης να αναφέρω με συντομία τη χαρά της ζωής, που τη θεωρώ θεμελιώδη αρετή για τη δημοκρατική εκπαιδευτική πρακτική.Είτε είμαστε πρόθυμοι να ξεπεράσουμε παραλείψεις ή ασυνέπειες είτε όχι, με ταπεινοφροσύνη, με στοργική αγάπη, με θάρρος, ανοχή, ικανότητα, αποφασιστικότητα, υπομονή – ανυπομονησία και λεκτική φειδώ, συμβάλλουμε στη δημιουργία ενός ευτυχισμένου, χαρούμενου σχολείου. Εργαζόμαστε για ένα σχολείο – περιπέτεια, ένα σχολείο που πάει μπροστά, που δεν φοβάται να ριψοκινδυνεύει, που απορρίπτει τη στασιμότητα. Είναι ένα σχολείο που σκέφτεται, συμμετέχει, δημιουργεί, μιλά, αγαπά, φαντάζεται, αγκαλιάζει με πάθος και λέει ναι στη ζωή. Δεν είναι ένα σχολείο που σιωπά και παραιτείται.Πράγματι, ο εύκολος τρόπος να αντιμετωπίσουμε τα εμπόδια που ορθώνονται από την κυβερνητική περιφρόνηση και την αυθαιρεσία των αντιδημοκρατικών αρχών είναι η μοιρολατρική παραίτηση, στην οποία πολλοί από εμάς καταφεύγουμε.«Και τι μπορώ να κάνω; Είτε με αποκαλούν δάσκαλο είτε στοργική μητέρα, εγώ πάλι είμαι κακοπληρωμένος, αγνοημένος και παραμελημένος. Ας είναι, λοιπόν». Στην πραγματικότητα αυτή είναι η πιο βολική θέση, αλλά είναι και η θέση αυτού που παραιτείται από τον αγώνα, που παραιτείται από την ιστορία. Είναι η θέση εκείνων που αποκηρύσσουν τη σύγκρουση, η έλλειψη της οποίας υπονομεύει την αξιοπρέπεια της ζωής. Δεν μπορεί να υπάρξει ζωή ή ανθρώπινη ύπαρξη χωρίς αγώνα και σύγκρουση. Η σύγκρουση ενυπάρχει στη συνείδησή μας. Αν αρνηθούμε τη σύγκρουση παραβλέπουμε τις πιο θεμελιακές όψεις της φυσικής και της κοινωνικής μας εμπειρίας. Προσπαθώντας να αποφύγουμε τη σύγκρουση, συντηρούμε το στάτους κβο.
Δεν βλέπω, συνεπώς, άλλη εναλλακτική λύση για τους εκπαιδευτικούς από την ενότητα μέσα στην ποικιλομορφία των ενδιαφερόντων τους για να υπερασπίσουν τα δικαιώματά τους. Αυτά τα δικαιώματα περιλαμβάνουν το δικαίωμα της ελευθερίας στη διδασκαλία, το δικαίωμα να λένε τη γνώμη τους. Το δικαίωμα για καλύτερες συνθήκες στην άσκηση του παιδαγωγικού τους έργου, το δικαίωμα να παίρνουν πληρωμένες ετήσιες άδειες για επιμόρφωση, το δικαίωμα να είναι συγκροτημένοι. Το δικαίωμα να κρίνουν τις αρχές χωρίς το φόβο αντίποινων (που συνεπάγεται το καθήκον να κρίνουμε ειλικρινά). Το δικαίωμα στο καθήκον να είναι σοβαροί και σαφείς και να μην ψεύδονται για να επιβιώσουν.Πρέπει να αγωνιζόμαστε ώστε αυτά τα δικαιώματα όχι μόνο να αναγνωριστούν, αλλά και να γίνουν σεβαστά και να εφαρμοστούν. Κάποιες φορές μπορεί να χρειαστεί να αγωνιστούμε στο πλευρό των συνδικαλιστικών οργανώσεων κι άλλες φορές εναντίον τους, αν η ηγεσία τους είναι σεχταριστική, είτε είναι αριστερή είτε δεξιά. Άλλες φορές πάλι μπορεί να πρέπει να αγωνιστούμε ως προοδευτική διοίκηση ενάντια στην οργισμένη αντίδραση της συντήρησης, των προσηλωμένων στις παραδόσεις και εναντίον των νεοφιλελεύθερων που βλέπουν τον εαυτό τους ως το απαύγασμα της ιστορίας […]Οι προοδευτικοί εκπαιδευτικοί πρέπει να πείσουν τον εαυτό τους ότι δεν είναι μόνο δάσκαλοι – κάτι τέτοιο δεν ευσταθεί – δεν είναι μόνο ειδικοί της διδασκαλίας. Είμαστε πολιτικοί αγωνιστές, επειδή είμαστε δάσκαλοι. Η δουλειά μας δεν τελειώνει στη διδασκαλία των μαθηματικών, της γεωγραφίας, του συντακτικού, της ιστορίας. Η δουλειά μας είναι να διδάξουμε αυτά τα πράγματα με σοβαρότητα και επιδεξιότητα, αλλά και να συμμετέχουμε, να αφιερωθούμε στον αγώνα για να νικηθεί η κοινωνική αδικία.
[Αποσπάσματα από το βιβλίο του Paulo Freire «Δέκα Επιστολές προς εκείνους που τολμούν να διδάσκουν» εκδ. Επίκεντρο, Αθήνα, 2006]

Σάββατο 21 Ιουνίου 2008

Ω, τι ωραίες μέρες…!


Δεν έφτανε η ταλαιπωρία από τους σεισμούς, στους μαθητές των πολύπαθων νομών Αχαΐας και Ηλείας προστέθηκαν και τα «ευεργετικά» μέτρα του Υπουργείου Παιδείας. Κι ενώ το σοκ από το σεισμό της Κυριακής ,τις μετασεισμικές δονήσεις και την τρομολαγνεία των Μ.Μ.Ε καλά κρατεί ,έρχονται κατά ριπές τα δελτία τύπου (sic) και οι συμπληρωματικές ή διορθωτικές των προηγουμένων εγκύκλιοι του Υπουργείου Παιδείας να συμπληρώσουν το κατά τα άλλα σουρεαλιστικό σκηνικό.
Ουρές σεισμοπαθών στις τράπεζες σήμερα για τα επιδόματα της ταλαιπωρίας, ουρές και στα σχολεία από μαθητές που δεν ξέρουν σε τι, πώς και κυρίως γιατί διαγωνίζονται. Από κοντά και γονείς διαμαρτυρόμενοι για την ταλαιπωρία των παιδιών τους καθώς από μέρα σε μέρα η αίσθηση της αβεβαιότητας γύρω από το αν , πώς και σε τι θα διαγωνίζονταν την επόμενη μέρα αυξανόταν. Η σαφής και ξεκάθαρη τοποθέτηση που θα λάμβανε υπ όψη την αγωνία των μαθητών απουσίασε και υποκαταστάθηκε από το ξεροστάλιασμα μπρος στην τηλεόραση εν αναμονή της ανακοίνωσης της επόμενης μέρας. Υπήρξαν μαθητές που παρά τα όσα θλιβερά διαδραματίζονταν γύρω τους , «διάβαζαν» ταυτόχρονα Ιστορία, Γαλλικά και Θρησκευτικά (τρία σε ένα) γιατί ως το τέλος της μέρας δεν ήξεραν τι τους περίμενε την επομένη. Ένας πολτός ούτως ή άλλως η «ύλη» των εξετάσεων στη συνείδηση των μαθητών , απλώς σε αυτήν την περίπτωση λίγο πιο συμπυκνωμένος.
Η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας ,συνεπικουρούμενη και από τη σχετική πρόταση του Περιφερειακού Διευθυντή Παιδείας Δυτικής Ελλάδας, για τη συνέχιση των εξετάσεων προφορικά φέρνει εκ νέου στην επιφάνεια αντιλήψεις ρητά διατυπωμένες ή υπονοούμενες που ταλανίζουν δεκαετίες τώρα το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Κεντρική αντίληψη βέβαια, το ότι όλα στο σχολείο κινούνται γύρω από τις εξετάσεις. Τι κι αν γίνονται αξιόλογες προσπάθειες από την πλευρά καθηγητών και μαθητών για μια περισσότερο βιωματική και δημιουργική προσέγγιση της γνώσης ,τι κι αν εκπονούνται εργασίες, τι κι αν δημιουργούνται αξιοπρόσεκτες σχολικές ιστοσελίδες ,τι κι αν ανεβαίνουν θεατρικές παραστάσεις, τι κι αν υλοποιούνται προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, τι κι αν …όλα αυτά σε τελική ανάλυση δεν είναι παρά πάρεργα μπρος στο «θεμελιώδη παιδαγωγικά και μορφωτικά» ρόλο των εξετάσεων.
Αντίληψη δεύτερη : Η παραγωγή λόγου με γραπτή μορφή ισοδυναμεί με εξέταση. Ταυτίζεται δηλαδή στο ελληνικό σχολείο η γραπτή έκφραση της κριτικής σκέψης και της συλλογικής επεξεργασίας της με τη μηχανιστική ,ατομοκεντρική ,ανταγωνιστική γραπτή εξέταση. Το ότι η δεύτερη είναι η πλέον αποχυμωμένη εκδοχή της πρώτης, τουτέστιν το κακέκτυπό της, αποτελεί πλέον κοινό τόπο.
Αντίληψη τρίτη. Αν είναι να κρατήσουμε τα προσχήματα (τις εξετάσεις), ας θυσιάσουμε και μια δεύτερη έννοια :την προφορική επικοινωνία. Η βαθύτερη αναζήτηση και ανταλλαγή ιδεών και αισθημάτων γύρω από την ουσία του κόσμου και ημών των ιδίων (προφορική επικοινωνία) υποκαθίσταται στην προφορική εξέταση από την ερώτηση -απάντηση επί της διδακτέας ύλης. Όμως τα πράγματα δεν σταματούν εκεί. Μέσω της συγκεκριμένης απόφασης του Υπουργείου Παιδείας υπονοείται επιπλέον ότι η προφορική εξέταση θεωρείται μια πιο light εκδοχή της σοβαρής και ευυπόληπτης γραπτής. Χρησιμοποιείται σε ειδικές κατηγορίες μαθητών (δυσλεξικοί ) ή σε ειδικές περιστάσεις (μέρος των επαναληπτικών εξετάσεων του Σεπτεμβρίου) και αποτελεί πλέον σε ένα προβληματικό εκπαιδευτικό σύστημα κάτι σαν περίοδο εκπτώσεων ή «ευκαιριών».
Σε ακόμα μεγαλύτερες «εκπτώσεις» και πτώσεις του επιπέδου της εκπαίδευσης μάς καλεί με άλλα λόγια το Υπουργείο Παιδείας. Αρκεί ένα πεντάλεπτο εικονικής εξέτασης ανά τέσσερις μαθητές . Αρκεί να παριστάνουν εκείνοι πως απαντούν στις ρητορικές ερωτήσεις που θα θέσουμε εμείς για να τους «διευκολύνουμε». Για να τους διευκολύνουμε σε τι ; Στο να μαθητεύσουν στην υποκρισία και στον στρουθοκαμηλισμό πρωτίστως .Και στην αφωνία και στην αφασία επιπροσθέτως. Στο σκηνικό του παραλόγου ας προσθέσουμε τους μαθητές που θα περιμένουν τη ‘σειρά’ τους στο προαύλιο «για λόγους ασφαλείας» , το «ετοιμοπόλεμο» σώμα των καθηγητών που ως άλλο απόσπασμα της ΕΜΑΚ θα τους συνοδεύει σε κάθε τους βήμα και τον «απαραίτητο» ψυχολόγο της εγκυκλίου του Υπουργείου ,η παρουσία του οποίου, όπως όλοι γνωρίζουμε ,θα περιοριστεί στη χαρτούρα των εισερχομένων.
Αφού λοιπόν μας επιβάλλεται προφορική εξέταση ,ας βρούμε το θάρρος να την μετατρέψουμε σε προφορική επικοινωνία κι ας ανακράξουμε σύσσωμοι δάσκαλοι και μαθητές ως άλλοι ήρωες του Samuel Beckett ,κάτι απόλυτα αυθεντικό κι αντιπροσωπευτικό των ημερών που ζούμε : “Ω, τι ωραίες μέρες…!”