Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2009

Σαν αυτοί να ήταν αόρατοι …


Ο παραλιακός δρόμος της Πάτρας περνάει μπροστά από το περιφραγμένο με κάγκελα και συρματοπλέγματα λιμάνι της. Απ’ έξω του, συνεχής η παρουσία αστυνομίας. Από μέσα το λιμενικό. Η προσοχή τους στραμμένη στον εντοπισμό και τη σύλληψη των «παράνομων» μεταναστών που έρχονται με χίλιους κίνδυνους από την Ασία και συρρέουν στο λιμάνι, ψάχνοντας την ευκαιρία να τρυπώσουν σε κάποιο φορτηγό για να μεταφερθούν στον τόπο προορισμού τους. Έναν τόπο που άκουσαν ότι μπορεί να βρουν μια καλύτερη ζωή. Καθημερινά υπάρχει μια κινητικότητα αυτών των ανθρώπων γύρω από το λιμάνι. Μόνοι τους ή σε ομάδες 5-10 ατόμων, χωρίς τίποτα στα χέρια ή το πολύ ένα μικρό σακίδιο στην πλάτη, κρυμμένοι στις γωνίες ή πίσω από αυτοκίνητα, αναζητούν την ευκαιρία να πηδήξουν από τα κάγκελα και να βρεθούν μέσα στο χώρο του λιμανιού. Η όψη τους ταλαιπωρημένη. Σκονισμένοι, αδύνατοι, με αγριεμένη και φοβισμένη ματιά. Αν συναντήσουν το βλέμμα σου, σκύβουν, δεν σε κοιτούν, να μη συναντηθούν οι δύο κόσμοι, μη δώσουν χρόνο να τους θυμάσαι, μπορεί να τους βγει σε κακό. Οι περισσότεροι είναι νέοι, που αναζητούν το μέλλον τους. Μπαίνουν πηδώντας τα κάγκελα, αλλά συχνά βλέπεις κάποιους να τρέχουν κυνηγημένοι από την αστυνομία ή τους οδηγούς των φορτηγών που τους ανακάλυψαν. Πάλι πήδημα για έξω. Να μη συλληφθούν. Όχι άλλο ξύλο και ξόδεμα της ζωής τους σε ανώφελα κρατητήρια. Στην προσπάθεια να μη συλληφθούν, πολλοί τραυματίζονται από πτώσεις, σχισίματα στο δέρμα τους, κατάγματα. Μερικοί σοβαρά. Τυχεροί αν καταλήξουν με τη βοήθεια των Γιατρών Χωρίς Σύνορα ή του Ερυθρού Σταυρού, σε κάποιο νοσοκομείο της περιοχής. Άτυχοι αν συλληφθούν.
Αυτό που είδα σήμερα ήταν σκληρό και ανυπόφορο. Μία οικογένεια, ένα ζευγάρι με το λίγων μηνών παιδί τους στην αγκαλιά, να τρέχουν. Οι πιο νέοι πηδούσαν σχετικά εύκολα τα κάγκελα, αλλά αυτοί έτρεχαν μόνοι τους, χωρίς τίποτα άλλο στα χέρια τους παρά μόνο το μικρό παιδί, που κράταγε εκείνη. Στα βλέμματά τους ο φόβος, η αγωνία, η απελπισία. Κοίταγαν πότε γύρω τους περαστικούς, μη και τους πλησιάσει η αστυνομία, πότε μέσα στο λιμάνι, να εντοπίσουν τον τρόπο της απόδρασης, τον τρόπο να μπουν. Εκείνος ψηλαφούσε τα κάγκελα, λες και κάποιο θα τους έκανε τη χάρη να ανοίξει και να περάσουν. Έτρεχαν μέσα στον ιδρώτα κι ούτε ένα χέρι για βοήθεια ή έστω ένα βλέμμα συμπόνιας. Γύρω τους ο κόσμος πήγαινε κι έρχονταν σαν αυτοί να ήταν αόρατοι, να μην υπήρχαν. Νέοι και νέες επέστρεφαν από το μπάνιο τους στη θάλασσα, γέλια από τις ανέμελες παρέες και δυνατή μουσική. Μία ακατανόητη συνύπαρξη. Οι μεν είχαν εξασφαλίσει μια κανονική ζωή, οι δε δίπλα τους, έκαναν το βήμα τους στο κενό.
Αιτήσεις για άσυλο 25.000, αποδεκτές 8. Όταν είδα αυτή την οικογένεια σε αυτή την κατάσταση, μου ήρθε ένας λυγμός ανακατεμένος με αγανάκτηση, ντροπή και θυμό. Πού χάθηκε η φιλόξενη και πονετική Ελλάδα; Τι κρατάμε από τους παλιούς, τι θα δώσουμε στους καινούργιους; Αυτός ο πατέρας έτυχε απλά να γεννηθεί σε ένα άλλο σημείο του κόσμου, αυτή είναι η δυστυχία του. Εγώ έτυχε να γεννηθώ εδώ, αυτή είναι η δική μου…
Είμαι Τεχνικός των ΓΧΣ στην αποστολή για τους μετανάστες στην Ελλάδα, στον πρόχειρο καταυλισμό στην Πάτρα, προσφέροντάς τους ιατρική και ανθρωπιστική βοήθεια. Ξόδεψα πολλά χρόνια δουλεύοντας σε μια αδηφάγα πολυεθνική, κάνοντας τους πλούσιους πλουσιότερους. Τώρα είναι η πρώτη φορά που νιώθω ότι χρησιμοποιώ τις γνώσεις μου για κάτι που έχει πραγματική αξία.
Θανάσης Σπυράτος – Τεχνικός

Δεν υπάρχουν σχόλια: